Δευτέρα 22 Φεβρουαρίου 2016

«Σωματο-Ψυχικές Συμφύσεις και Ψυχαναλυτική Ψυχοσωματική»


   Ο S. Freud, θέλοντας να περιγράψει το ψυχικό Εγώ, αυτή την δομή του ψυχικού οργάνου, είχε γράψει ότι κατά την γνώμη του, «το Εγώ είναι πριν απ’ όλα ένα σωματικό Εγώ, δεν είναι απλώς κάτι που βρίσκεται στην επιφάνεια, είναι η προβολή αυτής της επιφάνειας».
O Didier Anzieu, στηριζόμενος σε αυτό το κείμενο του Φρόιντ, περιγράφει την τάση του Εγώ να περιβάλλει το ψυχικό όργανο, λειτουργία ανάλογη με αυτήν του δέρματος που περιβάλλει το σώμα. Από αυτή την άποψη, οι δομές και οι λειτουργίες του δέρματος  προσφέρουν γόνιμες αναλογίες, οι οποίες κατευθύνουν την σκέψη αλλά και τις θεραπευτικές τεχνικές.
Το Εγώ-δέρμα, όπως και το σωματικό δέρμα, δομείται ως διαχωριστική επιφάνεια εμπλουτίζοντας τις γνώσεις μας στους όρους των συνόρων, των ορίων, των περιεχομένων». Αλλά καθορίζοντας επίσης πολλές ψυχικές διαταραχές,   όταν για παράδειγμα όπως λέει ο Anzieu η εξωτερική στιβάδα προσκολλάται σε υπερβολικό βαθμό στην εσωτερική στοιβάδα, ή όταν, όπως υποστηρίζω, περιοχές του σωματικού δέρματος προσκολλώνται με το ψυχικό δέρμα.
 
H Esther Bick, της Tavistok clinic το Λονδίνου, ορίζει με την σειρά της ένα «δεύτερο αμυντικό δέρμα», αλλά και την έννοια της «κολλώδους ταύτισης» – όταν το κοινό «ψυχικό δέρμα» ανάμεσα στην μητέρα και το παιδί της επεκτείνονται πέρα από το φυσιολογικό χρονικό παράθυρο-.
Σε μία πρώτη φάση, σύμφωνα με την Bick, κυριαρχεί  στο βρέφος μια αρχέγονη αδιαφοροποίητη προσωπικότητα-σώμα, που χρησιμοποιεί το δέρμα του Εαυτού και της μητέρας σαν όριο, το οποίο αργότερα εσωτερικεύεται και το βρέφος ταυτίζεται με αυτό, δημιουργώντας το δικό όριο. Αυτή η θέση είναι σύμφωνη με την αρχική ιδέα του Φρόιντ ότι το Εγώ είναι πρώτα απ’ όλα ένα σωματικό Εγώ. Αλλά και με την άποψη του Victor Tausk (μαθητή και φίλο το Φρόιντ) περί «disjecta membra(διασκορπισμένα κομμάτια που συνενώνονται. Ο όρος χρησιμοποιείται στην ποίηση και στην αγγειοπλαστική).
Το φαινόμενο του «δεύτερου δέρματος» το οποίο αντικαθιστά την 1η δερματική ενσωμάτωση, εμφανίζεται με την μορφή ενός μυϊκού «κελύφους», μυϊκού δηλαδή τύπου αυτοπερίεξης . Ουσιαστικά το «δεύτερο δέρμα»  είναι  ένα περιτοίχισμα μυϊκής δυσκαμψίας, κινητικής διέγερσης ή σωματικού πόνου. Η Bick συσχετίζει το παιδικό έκζεμα με το δεύτερο αυτό δέρμα.
Μας δίνει ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός πεντάχρονου κοριτσιού, του οποίου η περίοδος ταΐσματος χαρακτηρίζεται από ανορεξία και προβλήματα στο επίπεδο δέρματος-περιέκτη , με την μορφή της συνεχούς απαίτησής της τα ρούχα της να είναι πολύ σφικτά, και τα κορδόνια στα παπούτσια της γερά δεμένα.
Η Bick επίσης αναφέρει την περίπτωση μία μικρής κοπέλας που περιγράφει τον εαυτό της σαν ένα σάκο με πατάτες που θα χυθούν έξω,  διότι ο σάκος είναι γεμάτος τρύπες.
Ο Berry Brazelton που μελέτησε νεογνά και βρέφη, μιλάει για ένα «περίβλημα», χωρίς όμως να το επεξεργαστεί.
 Ο  James Grotstein, μαθητής του Βion μας λέει ότι το παιδί ακουμπά με την ράχη στο αντικείμενο στήριγμα…αισθάνεται προστατευμένα τα νώτα του, καθώς η ράχη είναι το μόνο τμήμα του σώματος που δεν μπορεί κανείς ούτε να αγγίξει, ούτε να δεί.
Τέλος O  Didier Houzel, γάλλος ψυχαναλυτής που χρησιμοποιεί την έννοια του «δεύτερου δέρματος» της Bick, περιγράφει 3 στάδια στην διαμόρφωση του ψυχικού περιβλήματος. Στο πρώτο στάδιο (το οποίο ονομάζει «άμορφο») το οποίο καθορίζεται από τον θηλασμό, το βρέφος βιώνει την ψυχική του ουσία σαν κάτι υγρό, εξ’ ου και το άγχος αδειάσματος, ή ως αέριο τρόμος έκρηξης. Ακολουθούν άλλα δύο στάδια, ένα όπου έχουν ανοίξει οι «πόροι» του ψυχικού περιβλήματος και ένα τρίτο στο οποίο έχει αποκτηθεί η τρισδιάστατη μορφή του ψυχικού χώρου που επιτρέπει την λειτουργία της περίεξης μέσω της προβολικής ταύτισης.
Με άλλα λόγια, πιο παραστατικά, με το φύσημα ενός  δισδιάστατου μπαλονιού, αυτό  αποκτά τρείς διαστάσεις, δηλαδή έναν χώρο περίεξης,  αλλά και διαφορετικά φυσικά χαρακτηριστικά από το δυσδιάστατο αντικείμενο. Πιστεύουμε  , ακολουθώντας τα νέα δεδομένα της επιστήμης της φυσικής, ότι η αλλαγή των ποιοτικών χαρακτηριστικών οφείλεται σε αυτό που ονομάζουν οι φυσικοί «ανάδυση ιδιότητας». Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε να κατανοήσουμε και την υπόθεση του Freud ότι το σωματικό ένστικτο μετατρέπεται στον ψυχισμό σε ενόρμηση, η οποία  ουσιαστικά εκφράζει  μία απαίτηση έργου όπως ο ίδιος έχει πεί. Αλλά και αντίστροφα.
Στο πλαίσιο της δικής μου εμπειρίας θα ήθελα να αναφέρω την περίπτωση μίας 14χρονης κοπέλας που πάσχει από φλεγμονώδη ψευδο-όγκο.
Η Αννα αισθάνεται ότι με την εγχείριση αφαιρεσης όγκου στον αριστερό πνεύμονα που έκανε έχουν παραβιαστεί τα σύνορα του σώματός  της και φοβάται ότι η πληγή θα ανοίξει και θα χυθεί και άλλο από το μέσα της». Για μεγάλο χρονικό διάστημα δεν  στρέφει το βλέμμα της προς την περιοχή των ραμμάτων και περνάει αρκετός καιρός πριν την πλύνει.
Μετά από αρκετές συνεδρίες την ρωτάω αν αισθάνεται θυμό γι’ αυτό που της συμβαίνει. «Ναι» λέει, «αισθάνομαι σαν μία ορμή να θέλει να βγει, αλλά τίποτα. Έτσι κι αλλιώς δεν πρέπει… θα αδειάσω. Η ορμή πάει πίσω. Άμα βγει, θα βγει από την πληγή μου και θα είναι κάτι βρώμικο.»
Αργότερα, την ίδια μέρα, μετά από μία μεγάλη σιωπή, με κοιτάζει στα μάτια και βγάζει το πουλόβερ της. Φορούσε ένα κοντομάνικο πουκάμισο και φαινόταν η αρχή της τομής και το Hickman (φλεβικός καθετήρας. Μέσω των συσκευών αυτών γίνονται αιμοληψίες, χορηγούνται παράγωγα αίματος, χημειοθεραπευτικά φάρμακα, αντιβιοτικά και παρεντερική διατροφή).  Με ξανακυτάει στα μάτια και μου λέει: «Με γεμίζεις και εσύ φάρμακα».
Αλλά θα αναφέρω και την περίπτωση μιας 27χρονης κοπέλας που πάσχει από λέμφωμα Hodgkin η οποία αντιμετώπιζε με μεγάλη άρνηση την αιμοληψία λέγοντάς μου ότι: «από την τρύπα το αίμα μου θα εκσφενδονιστεί από την πίεση στα 17 μέτρα».
Μου προκαλούν εντύπωση άλλοι ασθενείς μου που σωματοποιούν, διότι πολλές φορές όταν έρχονται στο γραφείο βγάζουν τα πανωφόρια τους γρήγορα και κάθονται, ενώ όταν έρχεται το τέλος της συνεδρίας, φοράνε τα ρούχα τους με αργές νωχελικές κινήσεις, σαν να ξαναβάζουν απαλά ένα «διορθωμένο» Εγώ-δέρμα .
Ας εξετάσουμε ένα άλλο κλινικό μου περιστατικό:
Ο Αλέκος είναι ένας άντρας 38 χρονών και ήλθε στο γραφείο μου παραπονούμενος ότι πολλές φορές κυριαρχείται από θλίψη και άλλες διακατέχεται από έντονο άγχος με σωματικές εκδηλώσεις, όπως αναφέρει. Επίσης παραπονείται για ένα πρόβλημα όψιμης (καθυστερημένης) εκσπερμάτωσης.  Είναι αθλητής στίβου και μένει με την μητέρα του και τον φίλο της.
Στην πορεία των συναντήσεών μας μου αναφέρει  ότι έχει συχνά πόνους στον αριστερό του ώμο που τον εμποδίζουν να γυμναστεί. Μου λέει επίσης ότι η μητέρα του, αγνοώντας το πρόβλημά του, που το είχε από την παιδική ηλικία, τον υποχρέωνε να πηγαίνει στο κολυμβητήριο, ζητώντας του να έχει καλές επιδόσεις. Επίσης, εμφάνισε αργότερα δερματίτιδα.
Στην συνέχεια μου απεκάλυψε ότι όταν κοιμάται, θέλει πάντα να υπάρχει ένα σεντόνι που να καλύπτει το σώμα του, ακόμα και το καλοκαίρι, όπως επίσης θέλει να ακουμπάει ο αριστερός του ώμος στο τοίχο.
Διατηρεί μια μόνιμη σχέση, αλλά όταν είναι συναισθηματικά πιεσμένος, πηγαίνει σε τρανσέξουαλς. Σε μία συζήτησή μας μου είπε ότι του αρέσει περισσότερο ο παθητικός ρόλος. Άλλες όμως φορές στο  σπίτι της φίλης του,  ξεσχίζει τα ρούχα του μπροστά της  και της ζητάει να ξαπλώσουν και αυτή να καλύψει το σώμα του με το δικό της. . Με τις γυναίκες λέει ότι σφίγγεται για να εκσπερματώσει, δεν θέλει να «φύγει το σπέρμα  από μέσα του».
Στο σπίτι του, τσακώνεται συχνά με την μητέρα του και τον πιάνουν κρίσεις temper tantrum  και σπάει τα έπιπλα και τις πόρτες Ένα συχνό όνειρο που έχει είναι ότι θηλάζει το στήθος της μητέρας του και της αδελφής της (είχε μείνει μεγάλο χρονικό διάστημα στο σπίτι της θείας του στην παιδική ηλικία), όπως επίσης και εικόνες αιδοιολειχίας μαζί τους. Του αρέσει λέει γιατί έχει τον παθητικό ρόλο. Αισθάνεται ότι το στήθος και η κλειτορίδα είναι το πέος και το στόμα του ο κόλπος.
Αρκετές φορές αισθάνεται ότι βγαίνει από το σώμα του, το κοιτάζει και διορθώνει τις ατέλειες του δέρματός του.
Αισθάνεται επίσης  ότι η κοινωνία του χρωστάει και είναι έντονα κριτικός και επικριτικός για τα πάντα. Όταν βλέπει ότι δεν αντιδρώ στα επικριτικά του σχόλια, προσπαθεί να μου προβάλει τις θέσεις του με τον μηχανισμό την προβολικής ταύτισης, γι αυτό και εκείνες τις στιγμές αισθάνομαι μεγάλη πίεση.
Η μητέρα είναι ένα έντονα ανασφαλές, ψυχαναγκαστικό  και ψυχρό συναισθηματικά άτομο. Ο Αλέκος μου λέει ότι πάντα έτσι ήταν. Να μετράει συνέχεια τα χρήματά της και να έχει κλειστά τα πατζούρια στο σπίτι τους για να μην σκονιστεί . Λέει μάλιστα χαρακτηριστικά: «Η μητέρα μου δεν ήξερε ότι βρισκόμουν στην αγκαλιά της, σκεφτόταν τα χρήματά της. Όταν ήταν απούσα, ήταν πολύ παρούσα και όταν ήταν παρούσα ήταν πολύ απούσα.»
Έχει μία μικρότερη αδελφή και οι γονείς του χώρισαν όταν ήταν μικρός. Οι κάθε γονέας πήρε από ένα παιδί και τα χρησιμοποίησαν το ένα εναντίον του άλλου στο δικαστήριο. Τα αδέλφια δεν έχουν καμία επικοινωνία από τότε.
Ας μελετήσουμε αυτό το περιστατικό, αλλά και τα άλλα στα οποία αναφερθήκαμε πιο πάνω. Είναι εμφανές ότι το ψυχικό περίβλημα που περιγράψαμε δεν είναι λειτουργικά άρτιο. Στην πραγματικότητα οι ασθενείς αυτοί πάσχουν από έλλειψη ορίων: αβεβαιότητα ως προς τα όρια μεταξύ ψυχικού και σωματικού Εγώ, η οποία κάνει το άτομο να πιστεύει ότι δεν κατοικεί κανείς την ζωή του, και αίσθημα ότι παρατηρεί κανείς από έξω να λειτουργούν το σώμα του και η σκέψη του, ότι δηλαδή παρίσταται σαν  θεατής αυτού που Είναι και συγχρόνως δεν Είναι η ύπαρξή του. Και βέβαια μία σύγχιση της σεξουαλικής ταυτότητας. (πολύ σωστά η Τέση η Τσαμπαρλή , όπως και η γαλλική σχολή ψυχανάλυσης δίνουν μεγάλη σημασία στον ρόλο των αδελφικών σχέσεων)
Αυτό το βλέπω συχνά κυρίως με τους καρκινοπαθείς ασθενείς μου, οι οποίοι, όπως η Ελένη, λένε ότι βρίσκονται έξω από το κάδρο, ή όπως ο Κώστας υποστηρίζουν   ότι περπατάνε στο πεζοδρόμιο, ενώ οι άλλοι βρίσκονται στον δρόμο.
Τι είπαμε μέχρι τώρα?
Ότι το Εγώ οριοθετείται από μία μεμβράνη αντίστοιχη με αυτή του σωματικού δέρματος και έχει έναν ρόλο προστατευτικό αλλά και περιέκτη. «Το Εγώ-δέρμα», όπως το ονομάζει ο Didier Anzieu έχει απαρχή την δερματική επαφή φροντιστή-βρέφους.  Σε παθογόνες περιστάσεις, μας λέει η Esther Bick, όπου δεν «πλάθεται» αυτή η μεμβράνη, τότε το βρέφος δημιουργεί ένα «δεύτερο δέρμα» που χαρακτηρίζεται από μυϊκή ακαμψία και προβλήματα στην επικοινωνία.
Από την δική μου την πλευρά εκφράζω την υπόθεση ότι σε παθολογικές καταστάσεις, όπως είναι η σωματοποίηση, το «Εγώ-δέρμα» δεν έχει «αναδυθεί» μεταφορικά από το σωματικό δέρμα, αλλά  παραμένει συγκολλημένο μαζί τουσε πολλά σημεία  και παίρνει την μορφή της δομής αυτής που η δερματολογία ονομάζει σύμφυση. Αυτή την σύμφυση την ονομάζω «σωματο-ψυχική σύμφυση» και θεωρώ ότι παίζει σημαντικό ρόλο στην «οικονομική» κατά  Freud  και  κατά Pierre Marty ( της Ψυχοσωματικής Σχολής του Παρισιού) λειτουργία, δηλαδή «να ακολουθούμε το πεπρωμένο των ενορμήσεων και να εκτιμούμε την ποσότητά τους»  όπως έλεγε ο Freud.  Ενορμήσεις  οποίες,  όταν υπάρχει ένας κίνδυνος υπερχείλισης του ψυχισμού, μετά από ένα ψυχικό τραύμα για παράδειγμα, απεμπλέκονται και όπως περιγράφει πολύ καλά ο Benno Rosenberg, παίρνουν τον δρόμο του σώματος, μετατρεπόμενες σε ένστικτα.
Γιατί όμως το σώμα δεν μπορεί να ελέγξει  αυτή νε νέα ποσότητα ενστίκτου?
Ας φέρουμε στο μυαλό μας την ροή ενός ποταμού. Σε κανονικές συνθήκες το νερό κυλάει ήρεμα και σταθερά. Όταν όμως υπάρχει ένας μεγάλος βράχος στην πορεία του, τότε παρατηρούμε περιδινήσεις, έντονoυς στροβιλισμούς , το σύστημα μετατρέπεται σε χαώδες και πολλές φορές αυξάνει την έντασή του.
Κατ’ αναλογία, η ψυχική ενέργεια μπορεί να προσκρούσει στις συμφύσεις και να αποκτήσει μία χαώδη δομή την οποία δεν μπορεί να ελέγξει το σώμα. Ετσι αυτή μπορεί αν εκτονωθεί σε ένα σωματικό σύστημα ή όργανο και αν αυτό είναι επιβαρυμένο, κληρονομικά για παράδειγμα, μπορεί να νοσήσει.

Τέλος,  είναι δυνατόν επίσης η διαδικασία αυτή να επηρεάσει αρνητικά μια φαρμακευτική αγωγή, η οποία να μην έχει την αναμενόμενη θεραπευτική δράση.

Πέμπτη 27 Ιουνίου 2013

"THEY HAVE CUT MY LAUGHTER'S NERVE"


" My soul is in the middle of the night confused and paralyzed.
Except its life is lived outside of it.
And it waits for the improbable dawn.
And I wait, I perish and I am bored,
And I, to, am within or with it"

                                                                                                Cavafy, 1896

"Do tell me what drives you to fight it like that? From the steep darkness to lead souls into the light? Do tell me what takes you to the depths of Hades? Is the echo of a voice? Listen! Sounds like Eurydice's"

                                                                                             Maria, after two years of therapy


                It seems that cancer when it comes to Ego is considered like an external object. So I often wonder who is my co-speaker, who transmits the "information"? The person that I have across me with a historical and administrative Ego, or an Ego-Ideal , "heir" of narcissism under the form of a cell cancer that obstructs the hole created by the psychic lack and creates the desire?
"I am cured" says Fritz Zorn in his book and many patients make fundamental changes in their lives, most of them have to do with an new staring up function.  The function of "mentalization".  Do changes really happen concerning the "operative life", a factual life without fantasy (phantasy), which is, according to Pierre Marty, the result within a system that is defensive and yet disorganizing in response to trauma. "Operative way of thinking", like Babis who   doesn't laugh anymore because "in the operating theater they damaged my nerve of laughter". Maria got a divorce ignoring her family and friends opinions. She got into puppet theater. Constantine, a teacher, after hours of sessions regarding a dream he had - if the destination of his voyage was Alexandria, city of his birth or Cythera (Baudelaire C., 1857 "A voyage to Cythera") decided to do an PHD on Baudelaire poetry. On his dream "he is on a boat heading to Cythera believing that he will find Alexandria there, that means his roots and happiness. A voice keeps saying to him to head east because "Cythera" is a lie. He will only find skeletons and not his family roots".  The process of change often reflects in dreams.  In the beginning of his therapy George dreamed the cure for cancer as "tiny soldiers that attack a big sparkling object". Anna, after 14 months of psychotherapy dreamed that "she held a baby in her arms and she was wondering whether is an angel and she should keep it, or something evil and she shoyld throw it away.". It was something evil!

                The start of change, also concerns the "essential depression", which involves, according to Pierre Marty, a reduction in the level of both object-libido and narcissistic libido, without any positive economic counterpart.
Alexandra when she was four years old was playing with her 3 years older sister and her 7 months old brother. They forgot the baby in the basement and he died. The weird thing is not only the fact that she mentioned the incident after a year and a half of therapy. (she claims she had forgotten about it and she rerely remembers it). But mainly what triggered that memory.  In our conversation she realizes that this memory rose two times in her life, the births of her two children. On the first birth she was diagnosed with breast cancer and on the second with bone cancer. These phenomena make me wonder if cancer works as "sensorial" or "autistic" object, precursor of a "transitional one".

           The paradox is that this particularly illness "works" with confused signs.
Patients with neoplasmatic disease seem to worship the "narcissism of death" (A, Green) or "Anubis" (B. Grunberger), which apparently substitutes the dysfunctional psychic procedures, promising "another life". "I am out of the picture" said Alexander reminding me of Cavafi's poem "Confusion".
Only now I realize what my professor Pierre Fedida was trying to explain when he has saying "suicide is a hymn of life". The "narcissistic" cancer cell which does not identify the healthy tissue next to it, the "narcissistic" cancer cell which does not "suicide" (apoptosis) since it doesn't allow the reduction of telomere at the sides of it's chromosome. (What an irony! Telomere is just the repeated sequence of nucleobases TTAGGG.  Does comparably the sequence SSAFFF  (sexuality, sexuality, ambiguity, frustration, frustration, frustration) leads to "trauma"? -sic-

           Cancer cell leads organism to an "oceanic existence (S. Ferenzi) out of space and time and out af ant boundaries. Cancer cell fills the "hole" that was created bu psychic lacks and seems to work as a regulating factor only that it tricks the Ego.
Finally, promising to Ego Ideal satisfaction, he pushes it against the Ego.
To conclude, the narcissistic cell pushes the Self to decline the instinctual fact, without any regulating function from a practically useless Super-Ego.


             My father taught me to express my thoughts simply. My professors aid my thought in far away journeys always with a constant stable point though. Also to study the human "infant" without neglecting the instinct (Trieb) and the object relationships.
I don't know if the notion of "Death instinct" is useful, as my professor Jean Laplanche wondered. The fact is that I deal with problems when I try to understand the somatization process behind a dualistic perspective.
Moreover the theories of Pierre Marty focused on the dysfunction of the preconscious, the arguments of Claude Smadja concerning the second topography, or the propositions of Christophe Dejours to create a third topography, can help us, but not enough.
Is it possible that different scientific areas transcending the dualistic barrier?
Philosophy and more specifically Plotinus who dealt with rational view of "dualistic monism". He taught that there is a supreme, totally transcendent "One", containing no division, multiplicity or distinction. Likewise it is beyond all categories of being and non-being. The first emanation from the "One" is "Nous" (logos).  From "Nous" proceeds the "World Soul" and from him the "Human Soul" and finally, the "Matter", at the lowest level of being.
Quantum physics theory must includes in psychoanalysis reflection at least regarding the bipolarity problem. Quantum theory gets over the problem of its own bipolarity of mass-energy by maintaining that space and time is some kind of web in an abstract multidimensional mattress whose fundamental units are  chords tht vibrate, those vibrations are the energy fields and particles that we observe as well as their usage.
Moreover, thw theory of quantuμ vacuum fluctuation can not have some elements in common with the concept of "analytic third" (Ogden), "Link" (Pichon-Rivière) or "Field or Vinculo" (Barranger's theory)??

Aristotle after his book "Physics", wrote thw book "Meta-physics", a book of Ontology wich deals with the "Being". Proposing a pun, I would say that his book "Meta-physics" means not only "after" the physics, but also "with" the physics.  (meta in greek means simultaneous "after" or "with").

References:


- Βελισσαρόπουλος Δ. (2000) "Πλωτίνος, βίος και Εννεάδων περίπλους". Αθήνα: το Αστυ
- Diano, Carlo. (1993). "Forma ed evento". Venezia: Marsilio edditori
- Fain, M., Dejour C. (1984). "Corps malade et corps érotique". Paris: Masson
- Graham D.T. (1971) "Psychopathology and Medecine". Psychophysiology, 8: 121-131
- Green A., (1983) "Narcissisme de vie, narcissisme de mort". Paris: Les éditions de minuit
- Grunberger B. (1989) "Narcisse et Anubis". Paris: Des femmes
- Marty P. (1976) "les mouvements individuels de vie et de mort". Paris: Payot
- Marty P., (1980) "L'ordre psychosomatique". Paris: Payot
- Penrose R. (1995) "Shadows of the mind". N.Y. Oxford University Press
- Sami Ali. (1997). "Le rêve et l' affect". Paris: DUNOD
- Smadja C. (2001) "La vie opératoire". Paris: PUF
- Taylor J.G. (2001). "Ψυχοσωματική ιατρική και σύγχρονη ψυχανάλυση". Αθήνa: Καστανιώτη
- Vernant J.P. (1990). "Mythe et réligion en Grèce ancienne". Paris: Seuil







Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Κατάρρευση της «κυματοσυνάντησης» και απόρροια της Ψυχής από το Πλωτινικό Εν.






Πρίν μερικά χρόνια, είχα την ευκαιρία  να εκφράσω μερικές σκέψεις για τις αναλογίες που ενδεχόμενα υπάρχουν μεταξύ της ψυχανάλυσης και της κβαντικής θεωρίας. Αναλογίες που εντόπισα κυρίως στις υποθέσεις των Roger Penrose και Δημήτρη Νανόπουλο, φυσικών, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η συνειδητοποίηση, η διαίσθηση, και γενικά τα νοητικά φαινόμενα οφείλονται στην κβαντική λειτουργία των μικροσωληνίσκων του εγκεφάλου. Ο Penrose πιο συγκεκριμένα υποστηρίζει ότι υπάρχει ένας κόσμος, ένα επίπεδο, στο οποίο κυριαρχούν οι κβαντικοί κανόνες και όπου κυριαρχούν οι κβαντικοί κανόνες στο πλαίσιο της συνύπαρξης των διαφορετικών χωροχρονικών επαλληλιών. Τον κόσμο αυτό τον ονομάζει μοναδοειδή ή U. Παράλληλα όμως, πάλι σύμφωνα με τον Penrose, υφίσταται και ένα δεύτερο επίπεδο, το κλασσικό, στο οποίο κυριαρχούν οι κλασσικοί νόμοι του Νεύτωνα, του Maxwell, και του Αϊνστάιν. Μια διαδικασία άγνωστη ακόμα, η αντικειμενική αναγωγή ή OR μετατρέπει μια στατιστική επαλληλία σε έκφανση της πραγματικότητας.  Ο Δημήτρης Νανόπουλος υποστηρίζει ότι υπάρχει ο «φυσικός κόσμος» W, κυματικής μορφής, και ένας κόσμος W1, η «εφικτός φυσικός κόσμος» ο οποίος προκύπτει από τον W μετά από μια συγχορδιακή κατάρρευση τμήματος του χωροχρονικού αφρού. Τέλος, το σύνολο των εφικτών καταστάσεων του «νοητικού κόσμου» εκφράζεται μέσω ενός επιπέδου W2.
          Με την παρέμβασή μου αυτή θα ήθελα να πάω λίγο πιό μακριά την σκέψη μου και να προσπαθήσω να απαντήσω στους συναδέλφους που με ρώτησαν μετά το πέρας της ανακοίνωσής μου,  κατά πόσον οι απόψεις αυτές ταιριάζουν με τις θέσεις του Πλάτωνα περί του κόσμου των ιδεών, με τον Ταοϊσμό ή τον βραχμανισμό, και εάν τελικά οι παραπάνω θεωρίες εκφράζουν έναν υλιστικό μονισμό, παρόμοιο με αυτόν των Στωικών, ή αντίθετα οδηγούν στο συμπέρασμα ενός ιδεαλιστικού μονισμού.
          Θεωρώ κατ’ αρχάς ότι το πρόβλημα «σώμα-νους» είναι μια μεγάλη αυταπάτη, κυρίως όσον αφορά την κλινική της ψυχοσωματικής διαταραχής,  διότι διατυπώνεται μέσω δύο συμπληρωματικών ερωτημάτων: «με ποιο τρόπο εγείρει το νοητικό φαινόμενο ένα υλικό αντικείμενο (ο εγκέφαλος)», και αντίστροφα «πως επηρεάζει τον υλικό κόσμο (το κύτταρο, τον ιστό, το βιολογικό όργανο) το νοητικό φαινόμενο»,  των οποίων όμως η απάντηση είναι αδύνατη διότι υπάρχει ένας a priori ιστορικός διαχωρισμός και μια σύγχυση μεταξύ ύλης και νου. Το πρόβλημα τίθεται ως τέτοιο διότι φαίνεται ότι υπάρχει αλληλεπίδραση δύο εντελώς διαφορετικών κόσμων, ενός «νοητικού κόσμου» που περιέχει σκέψεις και ενός «υλικού κόσμου» που περιέχει πράγματα. Και στο μέσο ίσως αυτών των δύο πλασματικών κόσμων βρίσκεται το συναίσθημα με την ποιοτική και την ποσοτική συνιστώσα του, γέφυρα ίσως ανάμεσά τους. Γιατί δεν έχουμε ακόμα αποδεχτεί ότι η ύλη και η νόηση μπορεί να είναι και τα δύο φυσικά φαινόμενα.
Σε αυτό το πλαίσιο πιστεύω ότι μας βοηθάει στην συγκεκριμένη επιστημονική μας αναζήτηση, όχι ο δυϊσμός του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Καρτέσιου, του Leibnitz ή του Wundt, ούτε ο μονισμός του Berkeley, του Hegel, του Hobbes, ή του Cabanis, αλλά η  παραδοσιακά ορθολογική άποψη του Πλωτίνου περί «δυϊστικού μονισμού». Μονισμός μεν διότι, όπως θα δούμε παρακάτω, ο Πλωτίνος ορίζει ότι τα πάντα είναι απόρροια του Ενός, δυϊσμός, διότι η ύλη, χάριν των επεμβάσεων της παγκόσμιας Ψυχής, καταλήγει να είναι ενσώματη ύλη, απαρχή του αισθητού κόσμου, της ετερότητας και της πολλότητας.
Η μεγάλη πρωτοτυπία του Πλωτίνου βασίζεται στην ιδέα των τριών υποστάσεων συν μιας. (Εν, Νους, Ψυχή και Ύλη). Υπέρτατη αρχή είναι το Εν, από το οποίο πηγάζουν τα πάντα , επέκεινα του όντος, από το οποίο απορρέει ο Νους, δημιουργός των αρχέτυπων-Ιδεών και η Ψυχή η οποία παρέχει ύπαρξη στην ύλη δια της διεισδύσεως.  Έτσι με την σειρά της αυτή η ύλη, από μη-ον και απλώς εν δυνάμει υποδοχή, γίνεται σώμα. Το Σύμπαν του Πλωτίνου  χαρακτηρίζεται όπως βλέπουμε από έναν παλλόμενο δυναμισμό, καθώς πραγματοποιείται η κάθοδος από το Εν στις δύο επόμενες υποστάσεις, αλλά και που ενισχύει η ροπή προς φυγή και επιστροφή. Αλλά το Εν είναι πάντα παρών, παντοτινός πόλος έλξης, έστω και εάν δεν έχουμε πάντα στραμμένο το βλέμμα μας σ’ αυτό. Και εδώ, ο Πλωτίνος προσφεύγει  όπως κάνει συχνά σε μια εικόνα, για να υπογραμμίσει τι εννοεί: στην εικόνα των μελών του χορού μιας τραγωδίας γύρω από τον κορυφαίο. Μόνο όταν το βλέμμα των μελών του χορού είναι στραμμένο προς τον κορυφαίο και όχι προς τους θεατές, μόνο τότε τραγουδά σωστά. Να διευκρινίσουμε ότι σύμφωνα με τον Πλωτίνο, μέχρι της διεισδύσεως της Ψυχής στην ύλη και της εμφανίσεως του αισθητού κόσμου οι «διαδικασίες» των υποστάσεων είναι άχρονες και έξω από κάθε έννοια του χώρου.
          Σύμφωνα με τον Πλωτίνο τέλος, η Ψυχή είναι ουσία και όχι ποιόν ή κατηγόρημα του σώματος, ή είδος αυτού. Συνεπώς δεν οφείλει σε εκείνο (το σώμα) το είναι της. Και για να  γνωρίσουμε τι συμβαίνει σε κάποιο μέρος της πρέπει να την προσεγγίσουμε σαν «Όλον». Πράγματι, δεν μπορούμε να γνωρίσουμε το συμβαίνει σε κάποιο μέρος της προτού λάβουμε γνώση του συνόλου. Για παράδειγμα, εάν η επιθυμία μείνει στο επίπεδο του επιθυμητικού, τότε δεν περιέρχεται στην γνώση μας. Γνωστή γίνεται μόνο όταν την συνειδητοποιούμε με την εσώτερη αισθητική μας, με την διάνοια μας η και με τα δύο. Κάθε ψυχή έχει ένα κατώτερο μέρος που στρέφεται προς το σώμα και ένα μέρος που στρέφεται προς τον Νου. Επίσης, πρέπει να δεχτούμε ότι καμία ψυχή δεν είναι τελείως βυθισμένη στον αισθητό κόσμο, διότι πάντα υπάρχει κάτι από αυτήν που μένει εντός του χώρου του νοητού. Εάν όμως επικρατεί εκείνο το μέρος της ψυχής που είναι στραμμένο προς τα αισθητά, εμποδίζεται να θεάται όσα βλέπει το ανώτερό της μέρος.
           Ο Φρόιντ όταν έγραφε το «σχεδίασμα για μια επιστημονική ψυχολογία» προσπαθούσε να εντοπίσει το ψυχικό φαινόμενο στην λειτουργία των νευρώνων του εγκεφάλου. Παράλληλα όμως και κυρίως μετά την στροφή του ΄20, άρχισε να εντάσσει την ανθρώπινη ύπαρξη στον μύθο, στον θρύλο και στην ιστορία, την προσωπική αλλά και αυτήν της ίδιας της ανθρωπότητας. Φρονώ ότι οι νέες επιστημονικές θεωρίες αλλά και ορισμένες φιλοσοφικές απόψεις, όπως αυτή του Πλωτίνου, μας βοηθούν να κατανοήσουμε την θεωρία και την κλινική της Ψυχανάλυσης και όχι αντίθετα να την απορρίψουμε. 

ΠΛΩΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΚΒΑΝΤΙΚΗ ΔΙΑΚΥΜΑΝΣΗ ΚΕΝΟΥ

Παραθέτω αυτό το κείμενο που έγραψα πρίν μερικά χρόνια, διότι διάβασα πρόσφατα στο καινούργιο τεύχος του περιοδικού La Recherche, ένα αφιέρωμα στην θεωρία του κενού, που τελικά είναι εξ' ίσου πλούσιος και δυναμικός με τον  χωροχρόνο που γνωρίζουμε, μιάς και υπάρχει σ' αυτόν μία διακύμανση πεδίου η οποία δεν είναι μηδενική. Απλά οι φαινομενολογικές μορφές διαφέρουν αλλά και το ποσό ενέργειας που χρειάζεται για να γίνουν αυτά τα φαινόμενα παρατηρήσιμα.
Διαβάζοντας αυτό το αφιέρωμα όπου "το κενό δεν είναι τίποτα", μου ήλθαν στο μυαλό οι παρακάτω σκέψεις, που θα ήθελα να τις συζητήσουμε:
1. Μήπως το φρουδικό ασυνείδητο μπορεί να κατανοηθεί με κβαντικούς κανόνες, αν θέλουμε να κάνουμε μια αναλογία με την επιστήμη? (ή μεταφορά αν θέλετε)?
Μήπως μπορεί να γίνει μία σύγκριση του "αρνητικού" της ψυχανάλυσης με το κβαντικό κενό?
Τέλος..........αν δεν υπάρχει το "τίποτα", ούτε κάν στο κενό.....μήπως τότε μπορούμε (ή πρέπει) να σκεφτούμε τον θάνατο με μια άλλη προοπτική? Μήπως δηλαδή ο θάνατος είναι απλά μία αλλαγή διακύμανσης πεδίου??





Πριν από 106 χρόνια, το 1825 συγκεκριμένα, ο Φρόιντ προσπάθησε να ενοποιήσει δυο διαφορετικές θεωρίες της εποχής του και η προσπάθεια του αυτή αποτυπώνεται στο βιβλίο «Σχεδίασμα για μια επιστημονική ψυχολογία». Η μία θεωρία είναι η θεωρία των νευρώνων την οποία διδάχτηκε κατά την διάρκεια των πανεπιστημιακών του σπουδών. Η άλλη, προέρχεται από την σχολή του Helmholtz-Brücke ο οποίος υποστήριζε ότι η νευρο-φυσιολογία και κατ’ επέκταση η ψυχολογία ακολουθούν τους ίδιους κανόνες με αυτούς που διέπουν την χημεία και την φυσική. Έτσι μπορούμε να δούμε στο σχεδίασμα τρεις ομάδες νευρώνων, φ, ψ, και ω, οι οποίοι διαφοροποιούνται λειτουργικά σε σχέση με την διαπερατότητα των συνάψεών τους, έναν διαφορετικό χρόνο που ονομάζει περίοδο, ποιότητες των οποίων οι εκφάνσεις υπόκεινται σε παρατήρηση και πολλά άλλα νέα για την εποχή του δεδομένα.
            Κατά την διάρκεια της συγγραφής αυτής της μελέτης και συγκεκριμένα στις 20 Οκτωβρίου 1825, ο Φρόιντ γράφει στον φίλο του Fliess το εξής γράμμα: « Την προηγούμενη εβδομάδα, κατά την διάρκεια μίας νύχτας δουλειάς, έχοντας αγγίξει το στάδιο της δυσφορίας όπου το μυαλό μου εργάζεται καλύτερα, τα εμπόδια αίφνης εξαφανίστηκαν και τα πέπλα έπεσαν και μπόρεσα να δω καθαρά από τις λεπτομέρειες της νεύρωσης μέχρι αυτήν την ιδιότητα  της φάσης της συνείδησης. Όλα βρίσκονταν στην θέση τους, τα γρανάζια ήσαν τοποθετημένα, θα μπορούσαμε να έχουμε την εντύπωση ότι βρισκόμαστε πράγματι μπροστά σε μια μηχανή που δεν θ’ αργούσε να δουλέψει μόνη της. Τα τρία συστήματα νευρώνων, οι καταστάσεις «ελεύθερη» ή «δεσμευμένη» της ποσότητας, οι πρωτογενείς και δευτερογενείς διαδικασίες, η κυρίαρχη ροπή, η τάση του νευρικού συστήματος προς τον συμβιβασμό, οι βιολογικοί κανόνες της προσοχής και της άμυνας, οι δείκτες ποιότητας,  πραγματικότητας, και σκέψης, η σεξουαλική καθοριστικότητα της απώθησης και τέλος οι παράγοντες από τους οποίους εξαρτάται η συνειδητή θέση, οριζόμενη σαν λειτουργία της αντίληψης, όλα αυτά εναρμονίζονταν και συνεχίζουν να είναι εναρμονισμένα.  Φυσικά αισθάνομαι μεγαλύτερη ευτυχία...».
Τι ήταν τελικά αυτό που συνέβη στο μυαλό του Φρόιντ εκείνη τη βραδιά;            Γνωρίζουμε βέβαια ότι ο επιστημονικός κόσμος έκανε αυστηρή κριτική στο βιβλίο του Φρόιντ, κατηγορώντας τον ότι απλώς φαντάστηκε ορισμένα συστήματα νευρώνων για να αποδείξει την θεωρία του. Και αυτός, πικραμένος από αυτήν την υποδοχή, οικοδόμησε την ψυχανάλυση που όλοι γνωρίζουμε, ελπίζοντας όμως μέχρι το τέλος της ζωής του ότι κάποτε, οι γνώσεις της επιστήμης θα επιτρέψουν τη επεξεργασία μιας ψυχολογίας στηριζόμενης στην νευρο-φυσιολογία.
            106 χρόνια μετά, το 2001, μήπως η σύγχρονη επιστήμη μας επιτρέπει, ξαναδιαβάζοντας το «Σχεδίασμα για μια επιστημονική ψυχολογία», να ανακαλύψουμε αναλογίες μεταξύ των επιστημών της φύσης και της ψυχανάλυσης;  Μήπως όμως για να γίνει αυτό πρέπει να ξεφύγουμε από την αναγωγιστική, μοναδοειδή και δυιστική προοπτική που χαρακτήριζε και τον ίδιο τον Φρόιντ και παρατηρήσουμε και εμείς τον κόσμο από την οπτική γωνία της μεθοδολογίας πρώτου προσώπου, έχοντας εντάξει στο σκεπτικό μας το Gestaltproblem, δηλαδή μια «εμπεριεχόμενη» τάξη όπως αυτή της ολογραφίας όπου πληροφορίες για ολόκληρη την σκηνή να εμπεριέχονται σε κάθε τμήμα της εικόνας; Και τέλος, αν μη τι άλλο, μήπως ένας από τους πλέον κατάλληλους αναγνώστες των σύγχρονων θεωριών είναι και αυτός που έχει εντάξει στην σκέψη του την ιδιαίτερη λειτουργία του ασυνείδητου;
Ας δούμε λοιπόν  πως περιγράφει η σημερινή επιστήμη τον κόσμο που μας περιβάλλει, και τα εργαλεία παρατήρησής του.
Να πούμε πρώτα απ’ όλα ότι η ελπίδα να περιγραφεί ο περιβάλλοντας κόσμος αλλά και ο ψυχισμός – βλέπε γνωσιακή ψυχολογία- σαν μια τέλεια υπολογιστική μηχανή, μηχανή Turing όπως ονομάζεται από τον εφευρέτη της, διαψεύστηκε όταν ο Gödel με το περίφημο θεώρημά του περί πληρότητας αποδεικνύει ότι δεν μπορούμε να δημιουργήσουμε ένα σύστημα κανόνων και αξιωμάτων τα οποία, αν κάποιος τα ακολουθήσει σχολαστικά, θα μπορούσαν να δώσουν απαντήσεις σε όλα τα μαθηματικά προβλήματα, όπως πίστευε ο μαθηματικός Hilbert, για τον απλούστατο λόγο ότι το σύστημα αυτό θα περιλαμβάνει κάποιες προτάσεις για τις οποίες δεν είναι αποδείξιμη ούτε η θέση τους ούτε η άρνησή τους. Άρα, ο τέλειος αλγόριθμος, ο τέλειος υπολογισμός δηλαδή, φαίνεται να μην υπάρχει. Συνεπώς, δικαιούμαστε να υποθέσουμε ότι ο ανθρώπινος εγκέφαλος,  είναι μη υπολογιστικός. Τι είναι όμως;
Μέχρι τις αρχές του 20ου αιώνα, οι άνθρωποι πίστευαν σε ένα ντετερμινιστικό σύστημα και υποστήριζαν ότι οι νόμοι του Νεύτωνα απαντούσαν σε όλα τα ερωτήματα της επιστήμης. Ακόμα και ο Einstein, επαναπροσδιορίζοντας τη φύση του χρόνου και του χώρου μέσω της γενικής θεωρίας της σχετικότητας, απλώς συμπλήρωσε τους νόμους του Νεύτωνα. Το σύμπαν έγινε κάπως πιό ενδιαφέρον, απέκτησε μια επιπλέον διάσταση – τον χρόνο- αλλά παρέμεινε ντετερμινιστικό, ένα ρολόι με περισσότερα μεν κουμπάκια, αλλά ρολόι.
Όμως, με την έλευση της κβαντικής θεωρίας, όλα άλλαξαν ριζικά, μιας και οι έρευνες των  PlanckEinsteinMaxwellBohrHeisenberg, και άλλων οδήγησαν στην διατύπωση μιας νέας, επαναστατικής θεωρίας για την φύση του σύμπαντος. Η επαναστατικότητα της κβαντικής θεωρίας είναι πολύπλευρη. Ο δυϊσμός των στοιχειωδών φυσικών οντοτήτων, που άλλοτε ενεργούν ως σωματίδια και άλλοτε ως κύματα, προκάλεσε τα όρια της αντίληψης και ακόμα και σήμερα, υπάρχουν άνθρωποι που δεν μπορούν να την αποδεχτούν σαν λογική ιδέα. Αλλά την μεγαλύτερη ίσως αντίδραση την προκαλεί η μελέτη νοητικών λειτουργιών και φαινομένων όπως η αντίληψη, η μνήμη, η διαίσθηση, η συνειδητοποίηση και κυρίως η συνείδηση, η οποία επιστρέφει δριμύτερη μετά την απόλυτη εξουσία της με τον Locke.
Η ιδέα της συνείδησης διασυνδέθηκε με τα φυσικά φαινόμενα και αμφισβητήθηκε η δισχιλιετής και πλέον διάζευξη ύλης και πνεύματος. Η κβαντική θεωρία κατέστησε σαφές ότι τα φαινόμενα του φυσικού-υλικού κόσμου γίνονται αντιληπτά μόνο μέσω μιας αλυσίδας αιτίας-αιτιατού , η οποία καταλήγει στην αντίληψη ενός παρατηρητή. Ο φυσικός κόσμος υπάρχει με μια στατιστική και ποιοτική έννοια του όρου. Η δε παρατήρηση  επιλέγει την δεδομένη έκφανσή του ανάμεσα από μια επαλληλία καταστάσεων. Ας θυμηθούμε σ’ αυτό το σημείο την φράση του Heidegger «άκουω όταν παίρνω μέρος σε αυτό που λέγεται». Αλλά ας φέρουμε στο μυαλό μας και μερικά από τα χαρακτηριστικά του ασυνείδητου: Αναπαράσταση, άχρονικότητα, συμπύκνωση, μετάθεση .κ.α.
«Ο Θεός δεν παίζει ζάρια στο σύμπαν», είχε διαμαρτυρηθεί κάποτε ο Einstein, ο οποίος δεν χώνεψε ποτέ του τα παράδοξα της πιθανολογικής κβαντικής θεωρίας. Απλά δεν μπορούσε να αποδεχτεί ότι η πραγματικότητα ήταν αποτέλεσμα στατιστικών μετρήσεων , μια υποκειμενική διάσταση. Μήπως έρχεται στο μυαλό μας το ψυχωσικό παραλήρημα; Η μήπως ο Unwelt (ο κόσμος γύρω μας) και ο Mitwelt (ο κόσμος με τον οποίο), δύο έννοιες κλειδιά της υπαρξιακής ψυχολογίας;
Ωστόσο, τα πειράματα έδειχναν ακριβώς αυτό, μία αλυσίδα αιτίας και αιτιατού που είχε σπάσει για να εισέλθει εντός της ο απρόσκλητος παρατηρητής.  Η κβαντική θεωρία, επιστημολογικά ερμηνευμένη, υπονοούσε ότι το σύμπαν δεν υπήρχε καν πριν εμφανιστούν εντός του νοήμονα όντα τα οποία, με την αντίληψή και τις μετρήσεις τους, προκάλεσαν κυριολεκτικά την εμφάνισή του μέσα από έναν νεφελώδες πιθανολογικών καταστάσεων. Η ανθρώπινη συνείδηση φαίνεται να υποκαθιστά τον λόγο του Θεού στην Γένεση. Αλλά, μήπως η εντολή «γενηθήτω το φως», δηλαδή τα κβαντικής φύσης φωτόνια είναι η απαρχή της ανάδυσης των εκφάνσεων της πραγματικότητας;
Βλέπουμε λοιπόν ότι ο κλασσικός και ο κβαντικός κόσμος χωρίζονται από ένα
παράδοξο φαινόμενο, την κατάρρευση της συνάρτησης κύματος , που μοιάζει με σύνορο που χωρίζει τα φαντάσματα το μικρόκοσμου από τα όντα του μακρόκοσμου. Αυτό το παράδοξο βρίσκεται πίσω από την λεγόμενη ερμηνεία της Κοπεγχάγης, την επικρατέστερη σήμερα ερμηνεία της κβαντομηχανικής στους κύκλους των φυσικών. Η ερμηνεία της Κοπεγχάγης υποστηρίζει ότι  η παρατήρηση είναι η αιτία που ο κβαντικός κόσμος των αόρατων φαντασμάτων εκδηλώνεται ως κλασσικός.
            Ας επανέλθουμε όμως στο «σχεδίασμα» και ας μεταφερθούμε από τον  μεσοσκοπικό επίπεδο των κυττάρων, δηλαδή των νευρώνων, στο επίπεδο των μικροσκοπικών δομών και συγκεκριμένα στο επίπεδο των μικροσωλινίσκων. Οι μικροσωλινίσκοι είναι κοίλοι κρυσταλλικοί κύλινδροι διαμέτρου 25 νανομέτρων που αποτελούνται από εξάγωνες διατάξεις πρωτεϊνών που ονομάζονται σωλινίνες. Το ενδιαφέρον σημείο όσον αφορά τις σωλινίνες είναι ότι αυτές, έτσι τουλάχιστον υποστηρίζουν πολλοί επιστήμονες, μεταβάλλουν τις καταστάσεις  τους με μη ντετερμινιστικό και εντροπικό τρόπο, λειτουργούν κβαντικά δηλαδή, και ο παράγοντας που αποφασίζει για την τελική διαμόρφωσή τους είναι η θέση ενός ηλεκτρονίου στον υδρόφοβο θύλακά τους,  το οποίο αλλάζει θέση όταν λαμβάνει χώρα η λεγόμενη «υγροποίηση Froehlich”.
            Ας δούμε τι σημαίνει αυτό για μερικούς από τους σύγχρονες μελετητές των νοητικών και ψυχικών φαινομένων.
1.     Για τον Penrose υπάρχει ένας κόσμος, ένα επίπεδο αν θέλετε, στον οποίο κυριαρχούν οι κβαντικοί κανόνες και όπου συνυπάρχουν οι διαφορετικές χωροχρονικές επαλληλίες, και τον οποίο ονομάζει μοναδοειδή ή U. Παράλληλα όμως, υπάρχει και ένα δεύτερο επίπεδο, το κλασσικό, στο οποίο κυριαρχούν οι κλασσικοί νόμοι του Νεύτωνα, του Maxwell και του Αϊνστάιν. Μία διαδικασία άγνωστη ακόμα, η αντικειμενική αναγωγή ή OR μετατρέπει μια στατιστική επαλληλία σε έκφανση της πραγματικότητας.
2.     Ο Νανόπουλος υποστηρίζει ότι υπάρχει ο «φυσικός κόσμος» W, κυματικής μορφής, και ένας κόσμος W1, η «εφικτός φυσικός κόσμος» ο οποίος προκύπτει από τον W μετά από μια συγχορδιακή κατάρρευση τμήματος του χωροχρονικού αφρού. Τέλος, το σύνολο των εφικτών καταστάσεων του «νοητικού κόσμου» εκφράζεται μέσω ενός κόσμου W2.
3.     Τέλος, ο Edelman, με την θεωρία του της «επιλογής νευρωνικών ομάδων», παρομοιάζει την εγκεφαλική λειτουργία με τον τρόπο λειτουργίας του ανοσοβιολογικού συστήματος και υποστηρίζει ότι το ψυχικό φαινόμενο οφείλεται εν τέλει στον ανταγωνισμό ομάδων νευρώνων που τις οδηγεί σε διαδικασίες επιλογής.
Είναι αδύνατον να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες αυτών των θεωριών, ο χρόνος δεν μας αρκεί, αλλά ας δούμε μερικές όψεις από την θεωρητική και πρακτική τους αξία.. Κατ’ αρχάς ας τις διατυπώσουμε με άλλα λόγια: Υπάρχει ένας  άχρονος κόσμος στον οποίο οι «καταστάσεις» συνυπάρχουν και υφίστανται υπακούοντας σε διαφορετικούς κανόνες. Μια διαδικασία οδηγεί μια από αυτές τις καταστάσεις στην ανάδυση (Πλατωνική;) και ορίζει την αντίληψη της πραγματικότητας. Μήπως θυμίζει κάτι αυτό; Την πρώτη τοπική υπόθεση;
 Έπειτα, οι θεωρίες αυτές μπορούν να ερμηνεύσουν την χρησιμότητα των ταλαντώσεων –γ (ταλαντώσεις 40 Hertz) που ανακάλυψε ο Crick, ως αλλεπάλληλες συγχορδιακές καταρρεύσεις του δικτύου των μικροσωλινίσκων.  Το «μπλοκάρισμα» του μηχανισμού των ηλεκτρονίων στις σωλινίνες που προκαλεί η αναισθησία ερμηνεύεται ως παρεμπόδιση της συγχορδιακής κατάρρευσης, με αποτέλεσμα την απώλεια της συνείδησης. Όταν η συχνότητα της –γ είναι υψηλή, μετά από χρήση για παράδειγμα χημικών διεγερτικών, τότε μειώνεται ο χρόνος για τους κβαντικούς υπολογισμούς στις σωλινίνες και η συμπεριφορά γίνεται κοινωνικά ασύμφωνη. Αντίθετα, στην διάρκεια του ύπνου, που η συχνότητα αυτή είναι μικρότερη, η μείξη για παράδειγμα δύο ή περισσότερων προσώπων ερμηνεύεται με την αντιστοίχηση με τις κβαντικές υπερθέσεις σχετικών πληροφοριών.
Ο περιορισμένος, όχι κβαντικός  αλλά αδυσώπητα Βεrgsonikos  χρόνος μου επέτρεψε να διατυπώσω μόνο μερικές πινελιές των σκέψεών μου. Αλλά ας αναρωτηθούμε εν κατακλείδι το εξής: Γνωρίζουμε όλοι την πορεία της ψυχανάλυσης και την σημασία που δίνει σήμερα στις αντικειμενοτρόπες σχέσεις. Μήπως έννοιες όπως η «αυθεντική συνάντηση», η «συνήχηση», ο «ψυχικός οργανωτής», η «μεταβίβαση» και η «αντιμεταβίβαση», ή οι «συγχρονικότητες» του Jung μπορεί να έχουν μια σχέση,  αναλογίας έστω, με την ταλάντωση-γ, ή με την ύπαρξη ιδιαίτερων κυματισμών;  Και μήπως η «κοινωνία» ανάμεσα σε δύο ή περισσότερους ανθρώπους είναι και αυτή απόρροια μιας κατάρρευσης της κυματοσυνάρτησης; Μια «κυματο-συνάντηση», όπως πολύ εύστοχα ο κύριος Γιωσαφάτ ονόμασε τον τίτλο αυτής της ανακοίνωσης.



ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΣΚΗΝΗΣ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑ ΣΚΙΕΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΥΝΑ ΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΜΕ ΑΛΛΟΙΩΜΕΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ



ΤΟΝ ΗΛΙΟ ΚΑΙ ΤΟΝ ΘΑΝΑΤΟ ΔΕΝ ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΤΟΥΣ ΚΟΙΤΑΞΟΥΜΕ ΚΑΤΑΜΑΤΑ.
         
          Αυτή είναι μια φράση του de La Rochefoucauld που κρύβει μια μεγάλη αλήθεια. Μια φράση που έχει άμεση σχέση με το θέμα μας, αρκεί να διευκρινίσουμε τι εννοούμε με την λέξη «θάνατος» στο πλαίσιο της φυσιολογικής ή της παθολογικής εξέλιξης της ζωής.  Αλλά και ποιες δυστυχώς ιδιαιτερότητες παρουσιάζει ο καρκίνος σαν αρρώστια, και συνεπώς τι καλείται να βιώσει ο καρκινοπαθής πέρα απ’ αυτήν. Με άλλα λόγια, ίσως σκληρά αλλά πραγματικά, πόσο «παθογόνο» μπορεί να είναι το περιβάλλον του, ιατρικό, νοσηλευτικό αλλά και οικογενειακό.
          Την περασμένη εβδομάδα, διαβάζοντας την εφημερίδα, η ματιά μου έπεσε στην φράση «εκοιμήθη ο μητροπολίτης …τάδε». Τι εικόνα έρχεται μυαλό μας ακούγοντας αυτή την φράση? Προφανώς η εικόνα ενός  ηθικού και άγιου γέροντα, που έκλεισε τα βλέφαρά του για πάντα. Που ήρεμα και γαλήνια, παρέδωσε  το αμόλυντο πνεύμα και την καθαρή σάρκα του στον Κύριό του.  Έτσι λοιπόν και εμείς, γαλήνια, είμαστε έτοιμοι να συνεχίσουμε  την ζωή μας, διώχνοντας μακριά την ιδέα του δικού μας θανάτου. Ήμουν και εγώ έτοιμος εκείνη την ημέρα, τελειώνοντας την ανάγνωση της εφημερίδας να πάω να φάω  γαρίδες στο Κερατσίνι.
          Χωρίς όμως να το θέλω, το βλέμμα μου πήγε σε μια άλλη φράση: «πέθανε μετά από μεγάλη και επώδυνη μάχη με την επάρατο νόσο».  Αμέσως σφίχτηκα, και αντανακλαστικά έκλεισα την εφημερίδα και άρχισα να κοιτάω από το παράθυρο τον έξω κόσμο λες και ήταν η τελευταία μου μέρα και ήθελα να ρουφήξω την ζωή.

Ο ΚΑΚΟΣ ΛΥΚΟΣ ΤΩΝ ΠΑΡΑΜΥΘΙΩΝ ΜΕΤΑΤΡΕΠΕΤΑΙ ΣΕ ΚΑΒΟΥΡΑ ΜΕ ΘΑΝΑΤΗΦΟΡΕΣ ΔΑΓΚΑΝΕΣ

          Στο μυαλό μου άρχισαν να εμφανίζονται μυθικές εικόνες ενός κάβουρα με θανατηφόρες δαγκάνες που με τις δαγκωματιές του αφαιρεί σιγά-σιγά κομμάτια του σώματος, που ευνουχίζει ,που τιμωρεί.. Με μεγάλο πόνο,  πραγματικό αλλά και συμβολικό, μιας και ο επίκαιρος πόνος συνδέεται με όλα τα βιώματα πόνου του παρελθόντος. Και όταν αυτός ο πόνος δεν μπορεί παρά να φωνάξει για να ξαναπέσει στην σιωπή, όταν δεν επικοινωνείς πια με τον πόνο σου, όταν



ΟΙ ΚΑΤΟΙΚΟΙ ΤΗΣ ΨΥΧΙΚΗΣ ΣΚΗΝΗΣ ΕΙΝΑΙ ΠΙΑ ΣΚΙΕΣ ΚΑΙ ΜΑΚΡΥΝΑ ΠΡΟΣΩΠΕΙΑ ΜΕ ΑΛΛΟΙΩΜΕΝΑ ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΤΙΚΑ

          τότε το μόνο που εύχεσαι είναι να έλθει να σε απαλλάξει ο θάνατος, να σε λυτρώσει. Το πέρασμα, που παίρνει την γαλήνια μορφή που περιγράψαμε παραπάνω, οι τελευταίες πνοές ζωής που θέλεις να τις μοιραστείς με τα αγαπημένα σου άτομα.
          Ένα άλλο χαρακτηριστικό που μπορούμε να παρατηρήσουμε είναι ότι η λέξη καρκίνος χρησιμοποιείται στην κοινωνία μας κυρίως μεταφορικά, χρησιμοποιώντας την μεταφορά και την μετωνυμία, και σπάνια εκφράζεται κυριολεκτικά, για να ονομάσει δηλαδή ευθαρσώς μια ασθένεια. Πολλές φορές δηλαδή ακούμε ή διαβάζουμε τις φράσεις «ο καρκίνος του πληθωρισμού», το «καρκίνωμα της ανεργίας», «ο καρκίνος της εγκληματικότητας» και τόσες άλλες.  Αλλά τις περισσότερες φορές η διάγνωση της ασθένειας ανακοινώνεται με περιγραφικό τρόπο ή με υπεκφυγές, ενώ στο μυαλό του γιατρού υπάρχουν οι εικόνες ενός αέναου και άναρχου κυτταρικού πολλαπλασιασμού . Το περίεργο είναι ότι παρεμφερείς εικόνες έχουν και πολλοί καρκινοπαθείς που δεν γνωρίζουν τους μηχανισμούς λειτουργίας της πάθησής τους.
          Η Ελένη για παράδειγμα που πάσχει από έναν μεταστατικό καρκίνο στα οστά, περιγράφει τα παρακάτω «ιερά λόγια», όπως ονόμασε  ο Ασκληπιός το όνειρο: « Ήμουν με ένα τεράστιο μωρό που είχε πάνω του το σημάδι του κακού ή του καλού. Τελικά ήταν το σημάδι του κακού, και γι’ αυτό, όταν το μωρό αυτό πήγε να με αγκαλιάσει από την μέση, το πέταξα μακριά μου».  Η ίδια, λίγο πριν την εκδήλωση της αρρώστιας της έβλεπε φωτιές.
 Ο Γιώργος, πρώην ναυτικός στο επάγγελμα, που νόμιζε ότι έχει πνευμονία, αλλά πάσχει από καρκίνο στους πνεύμονες έλεγε σε μια συνάντησή μας: « είδα χθες ένα όνειρο. Είδα ότι κοιμόμουν και ξύπνησα ξαφνιασμένος γιατί ήμουν μέσα στο σώμα μου. Μπροστά μου, υπήρχε μια λαμπερή κιτρινο-κόκκινη μάζα. Γύρω, υπήρχαν μικρά σωματάκια που προσπαθούσαν, στην αρχή τουλάχιστον, να επιτεθούν σε αυτήν την μάζα. Αλλά όταν την πλησίαζαν, εξαϋλώνονταν και εξαφανιζόντουσαν. Έπειτα, σαν να είχε γίνει μια συμφωνία, σταμάτησαν να επιτίθενται και παρέμειναν γύρω γύρω, κρατώντας κάποια απόσταση.».        
          Γιατί όμως το  κοινωνικό ασυνείδητο, στον καρκίνο τουλάχιστον,  λειτουργεί με τους κανόνες του ονείρου?

ΑΠΕΤΑΞΑΜΗΝ


Διότι ο καρκίνος στο συλλογικό ασυνείδητο είναι ο θάνατος που εγκαταστάθηκε στον άρρωστο, είναι ο ίδιος ο διάβολος.  Η καλύτερη απόδειξη είναι ότι τα θεραπευτικά μέσα που έχουμε στην διάθεσή μας είναι τα ίδια μέσα που χρησιμοποιεί και ο εξορκισμός. Αυτός ο κακοήθης όγκος, ο κακός δαίμονας που εγκαταστάθηκε στο σώμα ενός ανθρώπου και που θα αφαιρέσει κομμάτι-κομμάτι την ζωή, πρέπει να αφαιρεθεί. Είτε με το νυστέρι του χειρουργού, είτε με τις ακτινοβολίες του ακτινοθεραπευτή, είτε τέλος με τα φάρμακα της χημειοθεραπείας. Όμως, ακριβώς αυτούς τους τρεις τρόπους (κόβω, καίω, δηλητηριάζω) χρησιμοποιεί και ο εξορκισμός.
          Το πρόβλημα του καρκίνου μας αφορά όλους, μιας και όλοι μας έχουμε βρεθεί δίπλα σε άτομα που έχουν κάποια σχέση, μακρινή η κοντινή με αυτήν την αρρώστια. Μέσω του καρκίνου, μέσω αυτής της κατάρας της σημερινής εποχής, είμαστε υποχρεωμένοι να συνδιαλαγούμε με τα θεμελιώδη προβλήματα των σχέσεων του ανθρώπου με το σώμα του και με το πεπρωμένο του. Το θέμα είναι πως πραγματοποιούμε αυτή την συνδιαλλαγή.
           
          Η ισότιμη αυτή ανθρώπινη σχέση αλλά και η συνυπευθυνότητα της πορείας έχει μεγάλη σημασία για την θεραπευτική κατάληξη. Γιατί? Ας αναρωτηθούμε σε ποια ψυχική κατάσταση βρίσκεται ο καρκινοπαθής αλλά και το περιβάλλον του που βρίσκονται παγιδευμένοι σ’  αυτή την μυθοποίηση της συγκεκριμένης πάθησης. Και ας δούμε τι αλλαγές στην ψυχοσωματική ομοιοστασία γίνονται στον ασθενή, στην εκδήλωση ,αλλά και κατά την διάρκεια της εξέλιξης της αρρώστιας του.
         

ΠΑΡΑΛΥΤΗ ΨΥΧΗ ΑΝΑΜΕΣΑ ΣΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΗΣ ΕΠΙΘΥΜΙΑΣ

           Σε καθαρά περιγραφικό επίπεδο, η Kubler Ross αναφέρει ότι ο ασθενής περνάει τις εξής βασικές φάσεις κατά την διάρκεια της αρρώστιας του. Στην αρχή, αρνείται την διάγνωση, με την προϋπόθεση ότι του έχει αποκαλυφθεί και ξεκινάει ένα περίπλου επισκέψεων σε γιατρούς για να την διαψεύσουν. Η δεύτερη φάση, που είναι και η πιο σημαντική, χαρακτηρίζεται από μια λυσσαλέα οργή, η οποία κατά κάποιο τρόπο μπορεί να χρησιμεύσει σαν  συμμαχία του ασθενή με τον ιατρό του για να αντιμετωπίσουν μαζί την αρρώστια. Και σε αυτήν την συμμαχία πρέπει να έχει ενεργό συμμετοχή και η οικογένεια, της οποίας ο ρόλος είναι να σταθεί, όσο πιο καθαρά και ειλικρινά γίνεται, δίπλα στον ασθενή. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι δεν νοσεί μόνο ο ασθενής, αλλά και η οικογένειά του, με την έννοια ότι πολλά συναισθήματα κρύβονται, αλλά και πολλά εμφανίζονται χωρίς να μπορεί κάποιος να τα χειριστεί. Θυμάμαι μια νέα κοπέλα με τρία παιδιά, την Ευφροσύνη, που ζήτησε να με δει, της οποίας ο άντρας έπασχε  τους τελευταίους μήνες από μεταστατικό καρκίνο στον μυελό των οστών. Η πρώτη κουβέντα που μου είπε μπαίνοντας στο γραφείο μου, και κυριολεκτώ, είναι «κύριε Βελισσαρόπουλε, ο άντρας μου δεν με ικανοποιεί πια  σεξουαλικά». Μια πραγματικότητα, προφανώς λόγω της κατάστασης της υγείας του, αλλά στην διάρκεια των συνομιλιών μας μου αποκάλυψε ότι το μόνο που την συνέδεε με τον άντρα της ήταν το σεξ, ότι πολλές φορές πριν την εκδήλωση της ασθένειας ήθελε να τον χωρίσει, και ότι αισθάνεται τώρα γι’ αυτόν οίκτο και έχει ενοχές. Οίκτος, το χειρότερο συναίσθημα δηλαδή, που οδηγεί τον ασθενή πιο κοντά στο «σχεσιακό αδιέξοδο», στην κατάθλιψη, στην απελπισία και στην παραίτηση, στον θάνατο δηλαδή. Σ’ αυτό το σημείο πιστεύω, ότι ο ρόλος του ψυχοθεραπευτή είναι απαραίτητος στον ασθενή αλλά και στην οικογένειά του, στην κρίσιμη δηλαδή καμπή που ο ασθενής αισθάνεται ότι το περιβάλλον του τον εγκαταλείπει, ότι κάνει πρόωρο αποχαιρετισμό, ενώ ο ίδιος το θέλει κοντά του. Αλλά το ίδιο συμβαίνει και με τον γιατρό του, όταν η συμπεριφορά του είναι «επίσημη και επιστημονική» και δεν δημιουργεί μια ειλικρινή σχέση με τον ασθενή του. Μια άλλη ασθενής μου, η Άννα, με μεταστατικό καρκίνο στους πνεύμονες, είχε ταλαιπωρηθεί από τα φαρμακευτικά σχήματα που της έδινε ο γιατρός της σε ένα δημόσιο νοσοκομείο, χωρίς να της εξηγεί ποτέ τι φάρμακα ήτανε και ποιες ενδεχόμενα είναι οι παρενέργειες. Πριν από λίγο καιρό, όταν της αποκάλυψε ότι είχε και μετάσταση στα οστά, ενώ πριν μερικές εβδομάδες της έλεγε ότι όλα τα καρκινικά κύτταρα είχαν καταστραφεί, αποφάσισε να πάει σε έναν άλλο γιατρό, και είδε το παρακάτω όνειρο: «ήμουν στην αίθουσα  αναμονής στο νοσοκομείο και τον περίμενα, αλλά αυτός καθυστερούσε. Κάποια στιγμή μπήκε μέσα συνοδευόμενος από δύο πανέμορφες κοπέλες, και πήγε στο γραφείο του αγνοώντας με. Αισθάνθηκα αηδία και προδομένη». Νομίζω ότι η ερμηνεία του ονείρου είναι σαφής.
          Αλλά και όταν ο ασθενής καταλήγει, πρέπει κάποιος να είναι δίπλα στην οικογένεια, για να την βοηθήσει σ’ αυτήν την τόσο δύσκολη διαδικασία που είναι το πένθος. Κάποιος όμως που να γνωρίζει καλά τα συναισθήματα και τις αναπαραστάσεις που δημιουργούνται σε κάθε μέλος της οικογένειας. Να μπορεί να κατανοήσει και να αντέξει για παράδειγμα την φράση της μητέρας που μόλις πέθανε η κόρη της, είπε «μην μιλάτε δυνατά, μπορεί να ξαναγυρίσει». Η να καταλάβει την προσταγή της θείας στα αρσενικά παιδιά και στον πατέρα τους, να βγουν έξω από το θάλαμο της ετοιμοθάνατης μητέρας, επιβεβαιώνοντας αυτό που ο Φρόιντ έλεγε, ότι

Ο ΘΑΝΑΤΟΣ ΕΙΝΑΙ ΓΕΝΟΥΣ ΘΗΛΥΚΟΥ


                                   Βαριά τα βήματα προς το γραφείο του ψυχαναλυτή που με εποπτεύει, λες και περπατάω σε μέλι. Στο μυαλό μου κυριαρχούν δύο αστερισμοί σκέψεων που συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον. Από την μια πλευρά υπάρχουν όλες οι απορίες για το τι είναι αιτιολογικά αυτό το φαινόμενο που ονομάζεται καρκίνος. Γιατί συνυπάρχουν στο DNA πέντε παράγοντες που οδηγούν το κύτταρο στην καρκινογένεση? Πώς το νεόπλασμα παρασκευάζει τελομεράση? Ισχύει η κβαντική θεωρία στο επίπεδο των τουμπουλινών του εγκεφάλου?
                                   Από την άλλη, εμφανίζονται υπαρξιακά ερωτήματα για την ζωή και τον θάνατο, και σαν τον Ρωμαίο Βοήθιο, ζητάω και εγώ από την «κυρά-φιλοσοφία» να μου δώσει απαντήσεις.
                                   Ξεφεύγοντας όμως από την διανοητικοποίηση και την εκλογίκευση που προδίδουν ένα συναίσθημα που κυμαίνεται ανάμεσα στην υπομανία και την κατάθλιψη, βρίσκομαι αντιμέτωπος με τον φόβο μου. Τον φόβο ότι και εγώ κάποτε θα πεθάνω , τον τρόμο μου ότι ο θάνατός μου ενδεχόμενα θα είναι επώδυνος. Αλλά και την ενοχή γιατί δεν μπόρεσα να βοηθήσω όσο θα ήθελα τον ασθενή μου, ενοχή που παραπέμπει στην επιθυμία της επανόρθωσης που κρύβει ο καθένας από μας. Και άλλες όμως ενοχές, προερχόμενες από προσωπικά βιώματα αυτή την φορά, όπως επίσης και αισθήματα αποχωρισμού και πόνου που επικαιροποιούνται χωρίς τις αντίστοιχες αναπαραστάσεις, στα πρόσωπα των ασθενών μου.
                                   Ο επόπτης μου με ακούει να μιλάω, να φωνάζω, να δακρύζω, να περιγράφω το όνειρο που είδα με την Ελένη την συνάδελφό μου στην εταιρεία, στην οποία φώναζα γιατί δεν είχε κάνει ακόμα την βιοψία που της είχε ζητήσει ο οδοντίατρος. Και σιγά σιγά, απομακρύνει τον πόνο  από την παγίδα της καταστολής του η την απλή εκφόρτισή του, και τον οδηγεί στον δρόμο που του αρμόζει, στην σύνδεσή του δηλαδή με τους πόνους του παρελθόντος, στην αποκάλυψη του νοήματός τους  και τέλος στην απώθησή τους.
                                   Ας πούμε την αλήθεια αγαπητοί φίλοι, όσο αντιοικονομική και αν είναι. Αν θέλεις να βοηθήσεις ουσιαστικά τον πάσχοντα συνάνθρωπό σου, αν θέλεις να σταθείς δίπλα του και όχι στο γραφείο σου διαβάζοντας papers, αν θέλεις να αντέξεις, πρέπει και εσύ να μοιραστείς με κάποιον τα συναισθήματά σου.

Διότι:

                   
ΟΠΟΙΟΣ ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΜΕΣΑ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΒΑΘΟΣ, ΑΓΑΠΑΕΙ ΑΥΤΟ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΖΩΝΤΑΝΟ