Τρίτη 2 Απριλίου 2013

Κατάρρευση της «κυματοσυνάντησης» και απόρροια της Ψυχής από το Πλωτινικό Εν.






Πρίν μερικά χρόνια, είχα την ευκαιρία  να εκφράσω μερικές σκέψεις για τις αναλογίες που ενδεχόμενα υπάρχουν μεταξύ της ψυχανάλυσης και της κβαντικής θεωρίας. Αναλογίες που εντόπισα κυρίως στις υποθέσεις των Roger Penrose και Δημήτρη Νανόπουλο, φυσικών, οι οποίοι υποστηρίζουν ότι η συνειδητοποίηση, η διαίσθηση, και γενικά τα νοητικά φαινόμενα οφείλονται στην κβαντική λειτουργία των μικροσωληνίσκων του εγκεφάλου. Ο Penrose πιο συγκεκριμένα υποστηρίζει ότι υπάρχει ένας κόσμος, ένα επίπεδο, στο οποίο κυριαρχούν οι κβαντικοί κανόνες και όπου κυριαρχούν οι κβαντικοί κανόνες στο πλαίσιο της συνύπαρξης των διαφορετικών χωροχρονικών επαλληλιών. Τον κόσμο αυτό τον ονομάζει μοναδοειδή ή U. Παράλληλα όμως, πάλι σύμφωνα με τον Penrose, υφίσταται και ένα δεύτερο επίπεδο, το κλασσικό, στο οποίο κυριαρχούν οι κλασσικοί νόμοι του Νεύτωνα, του Maxwell, και του Αϊνστάιν. Μια διαδικασία άγνωστη ακόμα, η αντικειμενική αναγωγή ή OR μετατρέπει μια στατιστική επαλληλία σε έκφανση της πραγματικότητας.  Ο Δημήτρης Νανόπουλος υποστηρίζει ότι υπάρχει ο «φυσικός κόσμος» W, κυματικής μορφής, και ένας κόσμος W1, η «εφικτός φυσικός κόσμος» ο οποίος προκύπτει από τον W μετά από μια συγχορδιακή κατάρρευση τμήματος του χωροχρονικού αφρού. Τέλος, το σύνολο των εφικτών καταστάσεων του «νοητικού κόσμου» εκφράζεται μέσω ενός επιπέδου W2.
          Με την παρέμβασή μου αυτή θα ήθελα να πάω λίγο πιό μακριά την σκέψη μου και να προσπαθήσω να απαντήσω στους συναδέλφους που με ρώτησαν μετά το πέρας της ανακοίνωσής μου,  κατά πόσον οι απόψεις αυτές ταιριάζουν με τις θέσεις του Πλάτωνα περί του κόσμου των ιδεών, με τον Ταοϊσμό ή τον βραχμανισμό, και εάν τελικά οι παραπάνω θεωρίες εκφράζουν έναν υλιστικό μονισμό, παρόμοιο με αυτόν των Στωικών, ή αντίθετα οδηγούν στο συμπέρασμα ενός ιδεαλιστικού μονισμού.
          Θεωρώ κατ’ αρχάς ότι το πρόβλημα «σώμα-νους» είναι μια μεγάλη αυταπάτη, κυρίως όσον αφορά την κλινική της ψυχοσωματικής διαταραχής,  διότι διατυπώνεται μέσω δύο συμπληρωματικών ερωτημάτων: «με ποιο τρόπο εγείρει το νοητικό φαινόμενο ένα υλικό αντικείμενο (ο εγκέφαλος)», και αντίστροφα «πως επηρεάζει τον υλικό κόσμο (το κύτταρο, τον ιστό, το βιολογικό όργανο) το νοητικό φαινόμενο»,  των οποίων όμως η απάντηση είναι αδύνατη διότι υπάρχει ένας a priori ιστορικός διαχωρισμός και μια σύγχυση μεταξύ ύλης και νου. Το πρόβλημα τίθεται ως τέτοιο διότι φαίνεται ότι υπάρχει αλληλεπίδραση δύο εντελώς διαφορετικών κόσμων, ενός «νοητικού κόσμου» που περιέχει σκέψεις και ενός «υλικού κόσμου» που περιέχει πράγματα. Και στο μέσο ίσως αυτών των δύο πλασματικών κόσμων βρίσκεται το συναίσθημα με την ποιοτική και την ποσοτική συνιστώσα του, γέφυρα ίσως ανάμεσά τους. Γιατί δεν έχουμε ακόμα αποδεχτεί ότι η ύλη και η νόηση μπορεί να είναι και τα δύο φυσικά φαινόμενα.
Σε αυτό το πλαίσιο πιστεύω ότι μας βοηθάει στην συγκεκριμένη επιστημονική μας αναζήτηση, όχι ο δυϊσμός του Πλάτωνα, του Αριστοτέλη, του Καρτέσιου, του Leibnitz ή του Wundt, ούτε ο μονισμός του Berkeley, του Hegel, του Hobbes, ή του Cabanis, αλλά η  παραδοσιακά ορθολογική άποψη του Πλωτίνου περί «δυϊστικού μονισμού». Μονισμός μεν διότι, όπως θα δούμε παρακάτω, ο Πλωτίνος ορίζει ότι τα πάντα είναι απόρροια του Ενός, δυϊσμός, διότι η ύλη, χάριν των επεμβάσεων της παγκόσμιας Ψυχής, καταλήγει να είναι ενσώματη ύλη, απαρχή του αισθητού κόσμου, της ετερότητας και της πολλότητας.
Η μεγάλη πρωτοτυπία του Πλωτίνου βασίζεται στην ιδέα των τριών υποστάσεων συν μιας. (Εν, Νους, Ψυχή και Ύλη). Υπέρτατη αρχή είναι το Εν, από το οποίο πηγάζουν τα πάντα , επέκεινα του όντος, από το οποίο απορρέει ο Νους, δημιουργός των αρχέτυπων-Ιδεών και η Ψυχή η οποία παρέχει ύπαρξη στην ύλη δια της διεισδύσεως.  Έτσι με την σειρά της αυτή η ύλη, από μη-ον και απλώς εν δυνάμει υποδοχή, γίνεται σώμα. Το Σύμπαν του Πλωτίνου  χαρακτηρίζεται όπως βλέπουμε από έναν παλλόμενο δυναμισμό, καθώς πραγματοποιείται η κάθοδος από το Εν στις δύο επόμενες υποστάσεις, αλλά και που ενισχύει η ροπή προς φυγή και επιστροφή. Αλλά το Εν είναι πάντα παρών, παντοτινός πόλος έλξης, έστω και εάν δεν έχουμε πάντα στραμμένο το βλέμμα μας σ’ αυτό. Και εδώ, ο Πλωτίνος προσφεύγει  όπως κάνει συχνά σε μια εικόνα, για να υπογραμμίσει τι εννοεί: στην εικόνα των μελών του χορού μιας τραγωδίας γύρω από τον κορυφαίο. Μόνο όταν το βλέμμα των μελών του χορού είναι στραμμένο προς τον κορυφαίο και όχι προς τους θεατές, μόνο τότε τραγουδά σωστά. Να διευκρινίσουμε ότι σύμφωνα με τον Πλωτίνο, μέχρι της διεισδύσεως της Ψυχής στην ύλη και της εμφανίσεως του αισθητού κόσμου οι «διαδικασίες» των υποστάσεων είναι άχρονες και έξω από κάθε έννοια του χώρου.
          Σύμφωνα με τον Πλωτίνο τέλος, η Ψυχή είναι ουσία και όχι ποιόν ή κατηγόρημα του σώματος, ή είδος αυτού. Συνεπώς δεν οφείλει σε εκείνο (το σώμα) το είναι της. Και για να  γνωρίσουμε τι συμβαίνει σε κάποιο μέρος της πρέπει να την προσεγγίσουμε σαν «Όλον». Πράγματι, δεν μπορούμε να γνωρίσουμε το συμβαίνει σε κάποιο μέρος της προτού λάβουμε γνώση του συνόλου. Για παράδειγμα, εάν η επιθυμία μείνει στο επίπεδο του επιθυμητικού, τότε δεν περιέρχεται στην γνώση μας. Γνωστή γίνεται μόνο όταν την συνειδητοποιούμε με την εσώτερη αισθητική μας, με την διάνοια μας η και με τα δύο. Κάθε ψυχή έχει ένα κατώτερο μέρος που στρέφεται προς το σώμα και ένα μέρος που στρέφεται προς τον Νου. Επίσης, πρέπει να δεχτούμε ότι καμία ψυχή δεν είναι τελείως βυθισμένη στον αισθητό κόσμο, διότι πάντα υπάρχει κάτι από αυτήν που μένει εντός του χώρου του νοητού. Εάν όμως επικρατεί εκείνο το μέρος της ψυχής που είναι στραμμένο προς τα αισθητά, εμποδίζεται να θεάται όσα βλέπει το ανώτερό της μέρος.
           Ο Φρόιντ όταν έγραφε το «σχεδίασμα για μια επιστημονική ψυχολογία» προσπαθούσε να εντοπίσει το ψυχικό φαινόμενο στην λειτουργία των νευρώνων του εγκεφάλου. Παράλληλα όμως και κυρίως μετά την στροφή του ΄20, άρχισε να εντάσσει την ανθρώπινη ύπαρξη στον μύθο, στον θρύλο και στην ιστορία, την προσωπική αλλά και αυτήν της ίδιας της ανθρωπότητας. Φρονώ ότι οι νέες επιστημονικές θεωρίες αλλά και ορισμένες φιλοσοφικές απόψεις, όπως αυτή του Πλωτίνου, μας βοηθούν να κατανοήσουμε την θεωρία και την κλινική της Ψυχανάλυσης και όχι αντίθετα να την απορρίψουμε. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου